ἱερομηνία
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αρχαία ελληνικά (grc)
[επεξεργασία]Ετυμολογία
[επεξεργασία]Ουσιαστικό
[επεξεργασία]ἱερομηνία θηλυκό
- ιερή περίοδος του μηνός
- περίοδος ιερών ημερών
- περίοδος διακοπής εχθροπραξιών