ΤΣΜΕΔΕ
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]Ετυμολογία
[επεξεργασία]- ΤΣΜΕΔΕ < Ταμείο Συντάξεων Μηχανικών & Εργοληπτών Δημοσίων Έργων
Προφορά
[επεξεργασία][τσμέ-δε]
Συντομομορφή
[επεξεργασία]ΤΣΜΕΔΕ και Τ.Σ.Μ.Ε.Δ.Ε. ουδέτερο άκλιτο αρκτικόλεξο
- το ασφαλιστικό ταμείο των μηχανικών και εργοληπτών