Αίαντας
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | ο | Αίαντας | οι | Αίαντες |
γενική | του | Αίαντα | των | Αιάντων |
αιτιατική | τον | Αίαντα | τους | Αίαντες |
κλητική | Αίαντα | Αίαντες | ||
Γενική ενικού Αίαντος από το Αίας. Λόγιοι κλιτικοί τύποι από την κλίση του αρχαίου Αἴας. | ||||
Κατηγορία όπως «φύλακας» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία
[επεξεργασία]- Αίαντας < αρχαία ελληνική Αἴας από την αιτιατική ενικού «τὸν Αἴαντα»
Προφορά
[επεξεργασία]- ΔΦΑ : /ˈe.an.das/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : Αί‐α‐ντας
Κύριο όνομα
[επεξεργασία]Αίαντας αρσενικό
Μεταφράσεις
[επεξεργασία]- → δείτε Αίας