ναζιάρικης

Από Βικιλεξικό
Αναθεώρηση ως προς 16:09, 28 Δεκεμβρίου 2019 από τον FocalPointBot (συζήτηση | συνεισφορές) (νέο θηλυκό γενική ενικού σε όμορφος)
(διαφ.) Παλιότερη αναθεώρηση | Τελευταία αναθεώρηση (διαφ.) | Νεότερη αναθεώρηση (διαφ.)
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση